14°C
Στα βυζαντινά χρόνια η Άρτα άνθισε, κι απόδειξη γι’ αυτό αποτελούν, μεταξύ άλλων, οι υπέροχες βυζαντινές εκκλησίες της. Κορωνίδα, η εκκλησία του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, καθολικό μοναστηριού κάποτε, περισσότερο γνωστή ως Παναγία Παρηγορήτισσα.
Ποιος ήταν ο εμπνευστής της κατασκευής της εντυπωσιακής εκκλησίας; Επισήμως, ήταν ο Νικηφόρος Α΄ Κομνηνός Δούκας Άγγελος, δεσπότης της Ηπείρου από το 1267, και η δεύτερη σύζυγός του, Άννα Παλαιολογίνα, ανηψιά του αυτοκράτορα Μιχαήλ Η΄. Το γεγονός επιβεβαιώνει κτητορική επιγραφή, επάνω από τη δυτική είσοδο, που αναφέρει τον Κομνηνοδούκα δεσπότη Νικηφόρο, την Άννα βασίλισσα Κομνηνοδούκαινα και τον γιο τους, Κομνηνόβλαστο δεσπότη Θωμά. Η σύγχρονη έρευνα, όμως, αποκάλυψε κάτι αναπάντεχο. Κάτω από τον ναό του Νικηφόρου και της Άννας υπάρχει κι άλλος ναός, παλαιότερος, που σώζεται σε αρκετό ύψος και με διάφορες μετατροπές ενσωματώνεται στο κτίριο, όπως το βλέπουμε σήμερα. Ο παλαιότερος ναός χρονολογείται στα μέσα του 13ου αιώνα και συνδέεται με τον Μιχαήλ Β΄ Κομνηνό Δούκα, πατέρα του Νικηφόρου.
Ο αρχιτέκτονας της Παρηγορήτισσας είναι ανώνυμος, είναι φανερό ωστόσο πως θέλησε ο ναός του να είναι μοναδικός. Ο τρούλος του δεν πατά, όπως συνήθως, σε εσωτερικά στηρίγματα. Εδράζεται σ’ ένα ολόκληρο περίτεχνο σύστημα, που ξεκινά από οκτώ παραστάδες, συνεχίζεται με κίονες και προβόλους και καταλήγει σε τέσσερις καμάρες. Έτσι, μοιάζει να αιωρείται, με τη δική του θέληση, πάνω από τον ελεύθερο κεντρικό χώρο της εκκλησίας.
Την τέχνη του πρωτομάστορα συναγωνίστηκαν οι καλλιτέχνες που διακόσμησαν τον εντυπωσιακό τρούλο με εξίσου εντυπωσιακές ψηφιδωτές παραστάσεις. Ο Παντοκράτορας, στο κέντρο, και γύρω του οι προφήτες, τα χερουβείμ και τα σεραφείμ, οι τέσσερις ευαγγελιστές, θαμπώνουν με την πολυχρωμία τους, την περιβεβλημένη με χρυσή λάμψη, τις άνετες κινήσεις, τη ζωντάνια. Οι επιδέξιοι τεχνίτες ήρθαν από την πρωτεύουσα, την Κωνσταντινούπολη, ή από το άλλο μεγάλο καλλιτεχνικό κέντρο του Βυζαντίου, τη Θεσσαλονίκη.
Άξιος θαυμασμού θα ήταν και ο γλυπτός διάκοσμος του ναού, ο οποίος δεν σώζεται εξολοκλήρου. Διατηρούνται ωστόσο εντυπωσιακοί μαρμάρινοι, αρράβδωτοι κίονες, με πολυάριθμα κιονόκρανα, ρωμαϊκά και παλαιοχριστιανικά, προερχόμενα από παλαιότερα μνημεία, αλλά και άλλα στοιχεία, όπως τα ανάγλυφα συμπλέγματα με ζώα πραγματικά και φανταστικά, ή οι ανθρώπινες μορφές με την τερατώδη όψη, που δείχνουν σαφή επίδραση από τη Δύση. Οι Κομνηνοδουκάδες κτήτορες, όπως πιστεύεται, αγνοώντας τα έξοδα, κάλεσαν ξένους καλλιτέχνες, ίσως από τη γειτονική Ιταλία, για να λαμπρύνουν το ναό τους.
Από το μοναστήρι που εξυπηρετούσε άλλοτε ο ναός της Παρηγορήτισσας σώζονται μόνο 16 κελιά και η Τράπεζα, το εστιατόριο δηλαδή, ένα μεγάλο κτίριο, ορθογώνιο, καλοφτιαγμένο, καλυμμένο εσωτερικά με ημικυλινδρική καμάρα. Πρόσφατες ανασκαφές έδειξαν πως αποτελούσε τμήμα ενός εκτενούς για την εποχή οικοδομικού συγκροτήματος. Σήμερα, η Τράπεζα όπου έτρωγαν τα λιτά γεύματά τους οι μοναχοί, φιλοξενεί γλυπτά, που χρονολογούνται από τους πρώτους αιώνες του χριστιανισμού έως και τον 14ο αιώνα και προέρχονται από ονομαστά μνημεία της περιοχής, όπως η Βλαχέρνα, η Παντάνασσα και η Κάτω Παναγιά.